Ανεβασμένος πάνω σε ένα κριάρι, κρατώντας ψηλά ένα κέρατο, έτρεχε προς το λόφο συνεπαρμένος από τις σιδερένιες περικεφαλαίες που γυάλιζαν σκορπισμένες τριγύρω του. Ξαφνικά το κόκκινο φως μιας φλογισμένης σπίθας τον έκανε να αλλάξει μονοπάτι. Ο σοφός ιερέας τον καλούσε για τη διεύρυνση της νόησης και της αφύπνισης δείχνοντάς του έναν πύργο. Κάλπασε πάνω στο κριάρι του ώρες πολλές όταν καταπονημένος πια έφτασε μπροστά από το πύργο του ηγεμόνα των αυτοκρατόρων.Λευκοί ασφόδελοι κάλυπταν τη βαριά πόρτα του κι ένας γελωτοποιός από μέσα τον παρακολουθούσε, κρυφογελώντας πίσω από έναν κρύσταλλο που έπαιζε μες στα χέρια του. Ξαφνιάστηκε και στάθηκε ακίνητος. Ένας καλόγερος τον πλησίασε από μακριά κι έχοντας καλυμμένο το κεφάλι του με μια κουκούλα, του πρότεινε το χέρι λέγοντάς του:
΄΄Με αυτό το κομποσκοίνι θα υπολογίσεις τις δυνάμεις σου. H αφάνεια και η αυτοτέλεια θα μετρηθούν. Περιόρισε τη δυσπιστία και η αξία θα σε οριοθετήσει΄΄.
Αυτά του είπε ο καλόγερος κι εξαφανίστηκε. Πέρασαν μέρες, κι αυτός πάνω στο κριάρι του περίμενε υπομονετικά έξω από τον πύργο προσμετρώντας τις δυνάμεις του. Ένα βράδυ, κοιτώντας τον έναστρο ουρανό, είδε ένα σύμπλεγμα αστεριών να φτιάχνουν με το φως τους μια πυραμίδα. Η αντανάκλασή της φώτισε τη σιδερένια πύλη, κι ευθύς, το τρίξιμο από το άνοιγμά της ακούστηκε. Το κριάρι σήκωσε το κεφάλι και οσμίστηκε το ένστικτό του. Προχωρώντας προς τα μέσα γύρισε και κοίταξε πίσω του.
Ήξερε πως τίποτα δεν θα ήταν πια ίδιο.
www.vatikioti.gr
Κείμενα Χριστίνα Φούσκα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου